Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2022 στις 19.00

Ανοιχτή Συζήτηση: Έμφυλη βία και media

Με αφορμή την θεσμοθετημένη ημέρα κατά της έμφυλης βίας, αποφασίσαμε να καλέσουμε σε πανελλαδική κινητοποίηση φεμινιστικών/κουίρ συλλογικοτήτων, με στόχο μας μαζικές πορείες και άλλου τύπου δράσεις. Αντιλαμβανόμαστε παράλληλα, πως η έμφυλη βια δεν ορίζεται ούτε απο θεσμούς, ουτε είναι κάτι που θυμόμαστε μόνο επετειακά. Αποφασίζουμε να εργαλειοποιούμε μέρες σαν κι αυτήν για να εξωτερικεύουμε τον λόγο μας και να αντιπροτείνουμε διαφορετικούς τρόπους αγώνα απο αυτούς της κυριαρχίας.
Η έμφυλη βια δεν είναι κάτι καινούριο, υπήρχε «πάντα». Τον τελευταίο καιρό όμως - και λόγω της καραντίνας - παρατηρήθηκε μια έντονη αύξηση στα περιστατικά που ακούγονται και συνεπώς, κανιβαλίζονται από τα μίντια. Από την γυναικοκτονία της Ελένης και μετά άλλαξε και ο τρόπος που η έμφυλη βία γίνεται αντιληπτή. Αναφέρουμε τη δολοφονία της Ελένης, καθώς ηταν η πρώτη τέτοια περίπτωση εδώ και χρόνια που πήρε τόσο μεγάλη διάσταση και αναγνωρισιμότητα από τα μίντια, την οποία αναγνωρίζουμε ως σημείο έναρξης της κατανάλωσης της έμφυλης βίας. Τα μίντια που σήμερα, στο βωμό της τηλεθέασης, υιοθετούν ένα δήθεν υποστηρικτικό προφίλ, είναι τα ίδια μίντια που πριν από δέκα χρόνια δημοσίευσαν τη λίστα Λοβέρδου, δρώντας και τα ίδια ως κακοποιητές.
Το πρωινάδικο, όπως και κάθε άλλο μέσο πληροφόρησης της κυριαρχίας, είναι στη ρίζα του θεσμός αναπόσπαστος από την κατανάλωση της είδησης ως προϊόν. Δε θα μπορούσαν παρά και οι περιπτώσεις εμφυλης βίας (που επιλεκτικά αναπαράγονται), να αναπαράγονται ως τέτοιες.
Όλη αυτή η αποπλαισιωμένη έκθεση των περιστατικών έμφυλης βίας απο κυριαρχικούς, πατριαρχικούς θεσμούς, έχει ως αποτέλεσμα την κανονικοποίηση τους και την άκριτη κατανάλωση του τραύματος. Αυτό οδηγεί στον επανατραυματισμό των ατόμων, καθώς το βίωμά τους φεύγει από τα χέρια τους και μεταλλάσσεται σε προϊόν (infographics, podcasts, πρωινάδικα και γενικά μέσα ψυχαγωγίας).
Την περίοδο της καραντίνας μας γνωστοποιούνταν καθημερινά καινούρια περιστατικά έμφυλης βίας και ενώ πρόκειται για φαινόμενο πρωτόγνωρο μέχρι τότε στην ελληνική κοινωνία, είδαμε μια δυσαναλογία στο πόσες ειδήσεις ανέβαιναν στα social media και στο πόσα άτομα κατέβαιναν στο δρόμο. Αυτός ο ακτιβισμός του καναπέ, που συνεχίζεται ακόμα, διαρκεί όσο ένα story και έχει ως αποτέλεσμα να καπελώνονται οι αγώνες μας από φιλελεύθερες πολιτικές. Έτσι, το υποστηρικτικό πλαίσιο που προτείνει η κυριαρχία έχει γίνει μόδα και επικρατεί ένα φαινομενικό ενδιαφέρον το οποίο δεν αντικατοπτρίζεται έμπρακτα.
Η επιλεκτικη αυτή γνωστοποίηση των συμβάντων δεν είναι καθόλου τυχαία. Γίνεται από τα κυρίαρχα μέσα πάντα με τον τρόπο που τους συμφέρει, έτσι ώστε η υποστηρικτικότητα να περιορίζεται, για ακόμα μια φορά, στον ακτιβισμό του καναπέ. Άλλωστε, τα «θύματα» πρέπει να είναι θύματα - αβοήθητες γυναίκες που έπαθαν, και όχι πουτάνες (με τη διπλή σημασία της λέξης, και σαν κοινωνικός χαρακτηρισμός και σαν επάγγελμα) γιατί αν είσαι πουτάνα «πήγαινες γυρεύοντας». Εξ'άλλου, ποιό περιστατικό θυμόμαστε που το άτομο που δέχτηκε την επίθεση ήταν είτε σεξεργατό είτε μεταναστό;
Η τελευταία υπόθεση που πήρε μεγάλη δημοσιότητα μέχρι τη στιγμή που γράφουμε το κείμενο, ήταν στο Α.Τ. Ομόνοιας, μέρος στο οποίο έχουν συμβεί και συμβαίνουν συστηματικά εγκλήματα μίσους προς μεταναστά, σεξεργατά και οτιδήποτε αποκλίνει απο την ετεροκανονικότητα και το προφίλ του δυτικού πολιτισμένου ανθρώπου, εγκλήματα τα οποία άν τύχει και μαθευτούν σιγουρα δεν θα πάρουν την ίδια διάσταση. Η συγκάλυψη που γίνεται στο Α.Τ. Ομόνοιας δεν αποτελεί εξαίρεση αλλά κανόνα για την τακτική που χρησιμοποιούν οι μπάτσοι στα περιστατικά έμφυλης βίας, γεγονός που επιβεβαιώνεται και απο την πραγματικότητα των Ιωαννίνων, όπου μπάτσοι αποτρέπουν θηλυκότητες απο την καταγραφή περιστατικών έμφυλης βίας και υποβιβάζουν κατηγορίες.

Η ίδια συγκάλυψη απαντάται και στους θεσμούς της αστικής δικαιοσύνης. Θεσμοί οι οποίοι έχουν δημιουργηθεί με στόχο τη συντήρηση της πατριαρχίας, του καπιταλισμού και της λευκής υπεροχής. Ο ορισμός του βιασμού απο την αστική δικαιοσύνη, οι συνεχώς μεταβαλλόμενοι νόμοι γύρω απο τον βιασμό, οι ψυχολογικές και οικονομικές απαιτήσεις προς θηλυκότητες, όλα συμβάλλουν και υπάρχουν για την υπεράσπιση των βιαστών. Συνεπώς, βρισκόμαστε ως θηλυκότητες σε μια κατάσταση οπου η μόνη μας ελπίδα για την υπεράσπιση των εαυτών μας μπορεί να έρθει απο εμάς τα ίδια. Βέβαια, όταν το κάνουμε αυτό, οι κυρώσεις που μας επιβάλλονται είναι χειρότερες από αυτές των βιαστών μας, που βρίσκονται στο απυρόβλητο. Προφανώς, δεν έχουμε καμία εμπιστοσύνη στην αστική δικαιοσύνη και οραματιζόμαστε ενα κόσμο χωρίς αυτήν και τα σωφρονιστικά ιδρύματα που έρχονται μαζί της.
Εμείς, ως αναρχικά, επιλέγουμε να πιστεύουμε στη δύναμη που έχει η συλλογικότητα και η φροντιστικότητα που μπορεί να προσφέρει το ένα στο άλλο. Το είδαμε, τοπικά τουλάχιστον, στη δίκη του κατά συρροή βιαστή Κωνσταντίνου Στεφάνου όπου η συλλογικότητα/αλληλεγγύη διεκδίκησαν αναβαθμισμένη ποινή και δημιούργησαν υποστηρικτικό περιβάλλον για τις επιζώσες.