Σάββατο 6 Σεπτεμβρίου 2025 στις 20.00

2 καλέσματα : 1 2

Θερινή Προβολή "Οι Βοσκοί" (1967) στην ταράτσα [+ENG subs] "The Shepherds of Calamity"

[english below]

Σας καλούμε το Σάββατο 6 Σεπτεμβρίου 2025, στις 20:00, στην ταράτσα του κοινωνικού κέντρου TRISE (Κολοκοτρώνη 31), για την προβολή της ταινίας Οι Βοσκοί του Νίκου Παπατάκη. Μετά την ταινία θα ακολουθήσει συζήτηση.

Σύνοψη:
Ένας φτωχός βοσκός, ο Θάνος, ερωτεύεται μια πανέμορφη αρχοντοπούλα, τη Δέσποινα, που είναι κόρη του Βλαχόπουλου, αφέντη της περιοχής. Ο πατέρας της, όπως είναι φυσικό, αρνείται κατηγορηματικά να δώσει την κόρη του σ' έναν παρακατιανό και προσπαθεί να την παντρέψει με τον Γιάγκο, γιο ενός μεγαλοτσέλιγκα. O Θάνος και η Δέσποινα κλέβονται και καταφεύγουν στα βουνά, καταδιωκόμενοι από ένα απόσπασμα χωροφυλακής αλλά και από τον Γιάγκο ο οποίος, βαθύτατα προσβεβλημένος, ζητά εκδίκηση.

Από την παράδοση στην εξέγερση: το πολιτικό σινεμά του Νίκου Παπατάκη

Οι Βοσκοί του Νίκου Παπατάκη αποτελούν ένα από τα πιο αιχμηρά και ανυπότακτα έργα του ελληνικού κινηματογράφου. Δημιουργημένο σε μια εποχή πολιτικής καταστολής, λίγο μετά το πραξικόπημα της χούντας, το έργο αυτό δεν αρκείται στην αναπαράσταση μιας κοινωνικής πραγματικότητας αλλά επιχειρεί να αναμετρηθεί με τις ίδιες τις ρίζες της εξουσίας και της υποταγής. Ο Παπατάκης δεν παρουσιάζει την «παραδοσιακή» Ελλάδα του τουρισμού και της γραφικότητας αλλά μια χώρα εγκλωβισμένη σε σχέσεις κυριαρχίας, σε άγραφους νόμους που υπηρετούν οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα, σε μια βία εγγεγραμμένη στη δομή της κοινωνίας.

Οι Βοσκοί χαρτογραφούν τη βία σε ταξικό, κοινωνικό και έμφυλο επίπεδο. Ο Θάνος, «παρακατιανός» εραστής, γίνεται το αποδιοπομπαίο θύμα μιας κοινωνίας που βλέπει στη φτώχεια απειλή για την τάξη πραγμάτων. Η Δέσποινα, κόρη του αφέντη, ενσαρκώνει τη γυναικεία θέση ανάμεσα στην πατριαρχία και την επιθυμία. Η σχέση τους συνιστά σύγκρουση με ένα πλέγμα εξουσιών που νομιμοποιούνται στο όνομα της τιμής, της θρησκείας και της παράδοσης.

Η σημασία της ταινίας δεν βρίσκεται μόνο στο ιστορικό της πλαίσιο αλλά και στη διαχρονική κριτική που ασκεί καθώς αποκαλύπτει πώς οι κοινωνίες παράγουν και αναπαράγουν την ίδιά τους την αλλοτρίωση, πώς η «τάξη» επιβάλλεται ως φυσική και αδιαμφισβήτητη, πώς η ταπείνωση γίνεται αποδεκτή μέχρι να γεννήσει την εξέγερση. Αυτό το βλέμμα συναντά τον πυρήνα του στοχασμού που μας ενδιαφέρει: η κοινωνία δεν είναι ποτέ «δεδομένη» αλλά προϊόν φαντασιακής θέσμισης και επομένως μπορεί να αναθεσμιστεί, να ανατραπεί, να επαναπροσδιοριστεί από τα ίδιά της τα υποκείμενα.

Η προβολή των Βοσκών πέρα από μια κινηματογραφική εμπειρία είναι και μια αφορμή να ξαναδούμε πώς η τέχνη μπορεί να θέτει το πολιτειακό ζήτημα με τρόπο ριζοσπαστικό. Σε μια εποχή όπου η υποταγή στις αυθεντίες και η λογική της ανάθεσης υπονομεύουν κάθε προοπτική συλλογικής αυτονομίας, ο Παπατάκης υπενθυμίζει με τον δικό του γλωσσικό και οπτικό παροξυσμό ότι η εξέγερση δεν είναι απλώς μια πράξη, είναι μια ρωγμή στο καθεστώς του «αυτονόητου».

Με το έντονο κοντράστ του ασπρόμαυρου καδραρίσματος του Jean Boffety, με τη μουσική του Pierre Barbaud που αρνείται το «αναμενόμενο» φολκλόρ, με διάλογο πυκνό και φορτισμένο, ο Παπατάκης συγκροτεί ένα κινηματογραφικό ύφος όπου το βίαιο και το ποιητικό συνυπάρχουν. Η ταινία κινείται ανάμεσα στην τραγωδία και τη σάτιρα, στην ωμότητα και το λυρικό παραλήρημα, προκαλώντας τον θεατή να βιώσει την καταπίεση όχι μόνο ως αφήγηση αλλά ως αισθητική εμπειρία.

Σε συνέντευξη με τον Νίκο Παπατάκη από την Nicole Zand για την εφημερίδα Le Monde το 1968 διαβάζουμε:

Γυρισμένη πέρυσι (1967) σε ένα χωριό της Ελλάδας και ολοκληρωμένη κρυφά τον περασμένο Μάιο-Ιούνιο μετά το πραξικόπημα, η ταινία Οι Βοσκοί, που βγαίνει αυτή την εβδομάδα στις οθόνες του Παρισιού, είναι η δεύτερη του Νίκου Παπατάκη. […]

Γεννημένος στην Αιθιοπία το 1918, από Έλληνα πατέρα και Αιθιοπίδα μητέρα, Παριζιάνος της μπελ επόκ του Saint-Germain-des-Prés, συμπαραγωγός μιας από τις σημαντικότερες ταινίες του αμερικανικού ανεξάρτητου κινηματογράφου, Shadows, του Τζον Κασσαβέτη, σκηνοθέτης το 1963 της ταινίας Les Abysses (Οι Άβυσσοι), της πρώτης του μεγάλου μήκους που συζητήθηκε έντονα όταν κυκλοφόρησε, ο Nico έχει μια προτίμηση - αναμφίβολα πολύ ελληνική - για τον παροξυσμό, την υπερβολή, την οργή και τις κραυγές, με λίγα λόγια, για την τραγωδία.

Η ιδέα για τους Βοσκούς τού ήρθε πριν από τρία χρόνια, όταν επισκέφθηκε την Αθήνα για πρώτη φορά από το 1939, μετά τη δικτατορία του Μεταξά. Και ήθελε να κάνει μια ταινία για την Ελλάδα, μια ταινία που να μην δείχνει την Ελλάδα των τουριστών, του Ζορμπά και των μπουζουκιών. Μια ταινία που, προφανώς, απαγορεύεται στη χώρα καταγωγής του.

«Οι Βοσκοί», εξηγεί ο Νίκος Παπατάκης, «είναι η αμφισβήτηση μιας συγκεκριμένης "τάξης". Στην αρχή ήθελα να φέρω τον θεατή αντιμέτωπο με τα δεδομένα αυτής της "τάξης", επιχειρώντας να αναδείξω τα απαγορευμένα θέματα αυτών των κοινωνιών: τον αναλφαβητισμό, την εκμετάλλευση της μιζέριας από την ίδια τη μιζέρια, την τιμή ως άκαμπτο κανόνα που υποκρύπτει οικονομικά συμφέροντα, τη φυγή, τις σχέσεις αφέντη και δούλου, την ταπείνωση και την εξέγερση, τη δεισιδαιμονία, τη θέση της γυναίκας κ.ά.

Από τη στιγμή που η κόρη του πλούσιου απλώνει το χέρι της στον φτωχό βοσκό για να τον γλιτώσει από τη φυλακή, η "τάξη" αυτή ανατρέπεται, εκρήγνυται μέσα σε ένα κλίμα πλήρως μεταποιημένο και λυρικό, έως την τελική παραφροσύνη, έως την ολοκληρωτική διάλυση αυτής της κοινωνίας. Στην αρχή υπήρχε υποταγή· στο τέλος δεν απομένει παρά η εξέγερση.»

Οι Βοσκοί είναι μια ταινία για μια φτωχή χώρα που αντιπαρατίθεται σιωπηρά στις πλούσιες χώρες, επειδή είναι θύμα τους. Η μορφή αλλοτρίωσης του Έλληνα βοσκού είναι βέβαια διαφορετική από εκείνη μιας υπηρέτριας στη γαλλική επαρχία· αυτό οφείλεται στις γενικές συνθήκες της χώρας όπου βρίσκεται κανείς.

«Διάλεξα την Ελλάδα γιατί μου ήταν πιο εύκολο, αλλά η ταινία μου θα μπορούσε να διαδραματίζεται εξίσου στην Ισπανία, στην Αλγερία ή στη Λατινική Αμερική, σε οποιαδήποτε υποανάπτυκτη κοινωνία, σε οποιαδήποτε χώρα του "Τρίτου Κόσμου".

Αυτές οι κοινωνίες είναι οι "καμαριέρες" των πλούσιων χωρών…

Για μένα, οι Βοσκοί είναι ένα άσμα, η αναζήτηση μιας καταστροφής. Και αυτή η καταστροφή θα έπρεπε να υποβάλλει την αμφισβήτηση της "τάξης"…»

Le Monde, 12 Μαρτίου 1968

Ο ίδιος δηλώνει αλλού για την ταινία του: «Στους Βοσκούς ασχολούμαι (όπως και στις Αβύσσους) με τις σχέσεις αφέντη-δούλου και απεικονίζω τα θέματα της ταπείνωσης και της εξέγερσης, αλλά αυτή τη φορά στην κλίμακα ενός ολόκληρου έθνους. Θέλω να δείξω την ελληνική πραγματικότητα του 1967. Παρά την επανάσταση του 1821, η κατάσταση των ανθρώπων εκεί δεν έχει ουσιαστικά αλλάξει και ο ελληνικός λαός ίσως είναι περισσότερο τρομοκρατημένος, εξαθλιωμένος και υποταγμένος από ποτέ άλλοτε: ντρέπεται για τον εαυτό του, πράγμα που δημιουργεί ευνοϊκό έδαφος για δικτατορίες. Στις Αβύσσους μιλάω με το δικό μου τρόπο για τον πόλεμο της Αλγερίας και με τους Βοσκούς προσεγγίζω με το δικό μου τρόπο το ελληνικό ζήτημα […] Θέλησα να δείξω ότι ένας άνθρωπος που πεθαίνει από την πείνα και το φόβο μπορεί να μεταμορφωθεί σε ζώο, να συρθεί, να εξευτελιστεί. Προσπάθησα να περιγράψω τον κόσμο των ταπεινωμένων ανθρώπων με ενάργεια απαλλαγμένος από συναισθηματικούς ανθρωπισμούς. Προσπάθησα να δώσω στον κόσμο να καταλάβει ότι όταν ένας άνθρωπος δεν έχει τίποτα να φάει, δεν χρειάζεται να του δώσουμε πατάτες, αλλά να του μάθουμε να τις καλλιεργεί μόνος του και να καταγγέλλουμε όσους έχουν συμφέρον να μη μάθει πώς να το κάνει.»

(Πηγή: Νίκος Παπατάκης, Μονογραφία, Γιάννης Κονταξόπουλος, εκδ. Καστανιώτη, Φεστιβάλ Κινημ/φου Θεσσαλονίκης, 2005)

Ταυτότητα της ταινίας:
Οι Βοσκοί / Les Pâtres du désordre / Thanos & Despina (The Shepherds of Calamity)
Μυθοπλασία, Ελλάδα/ Γαλλία, 1967, α/μ, 121΄
Σκηνοθεσία - σενάριο: Νίκος Πατατάκης
Φωτογραφία: Jean Boffety, Christian Guillouet
Μουσική: Pierre Barbaud
Μοντάζ: Suzanne Cabon, Geneviève Vaury, Πάνος Παπακυριακόπουλος
Ηθοποιοί: Όλγα Καρλάτου, Γιώργος Διαλεγμένος, Έλλη Ξανθάκη, Λάμπρος Τσάγκας, Τζάβαλας Καρούσος
Παραγωγή: Lenox Films

ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ: Συλλογικότητα ΑΥΤΕΝΕΡΓΕΙΑ - https://aftenergeia.gr/

-----------------------------------------------------------


We invite you on Saturday, September 6, 2025, at 8:00 p.m., to the community social center "TRISE" rooftop (31 Kolokotroni St.) for a screening of Nico Papatakis' film "The Shepherds of Calamity". The film will be followed by an open discussion.

Synopsis:
A poor shepherd, Thanos, falls in love with a beautiful noblewoman, Despina, who is the daughter of Vlachopoulos, the lord of the region. Her father, naturally, categorically refuses to give his daughter to a side-child and tries to marry her off to Yago, the son of a big landowner. Thanos and Despina elope and flee to the mountains, pursued by a detachment of gendarmes and by Yago who, deeply offended, seeks revenge.

From tradition to rebellion: the political cinema of Nico Papatakis

The Shepherds of Calamity by Nico Papatakis is one of the sharpest and most uncompromising works of Greek cinema. Created in a time of political repression, shortly after the military coup, this film does not simply depict a social reality but seeks to confront the very roots of power and submission. Papatakis does not show the "traditional" Greece of tourism and picturesque folklore, but a country trapped in relations of domination, in unwritten laws that serve economic and political interests, in violence inscribed in the very structure of society.

The Shepherds of Calamity maps violence across class, social and gender dimensions. Thanos, the outcast lover, becomes the scapegoat of a society that views poverty as a threat to the established order. Despina, the master's daughter, embodies the female condition caught between patriarchy and desire. Their relationship unfolds as a clash with a web of powers legitimized in the name of honor, religion and tradition.

The significance of the film lies not only in its historical context but also in its enduring critique, as it exposes how societies produce and reproduce their own alienation, how "order" is imposed as natural and unquestionable, how humiliation is endured until it gives rise to revolt. This perspective converges with the core of the reflection that concerns us: society is never preordained but a product of the social imaginary and can therefore be re-instituted, overturned and redefined by its very subjects.

The screening of The Shepherds of Calamity, beyond being a cinematic experience is also an occasion to reconsider how art can pose the political question in a radical way. At a time when submission to authority and the logic of delegation undermine any prospect of collective autonomy, Papatakis reminds us, through his own linguistic and visual frenzy, that revolt is not merely an act but a rupture in the regime of the "self-evident".

With the stark contrasts of Jean Boffety's black-and-white cinematography, Pierre Barbaud's music that rejects the "expected" folklore and dialogue that is both dense and charged, Papatakis shapes a cinematic language where the violent and the poetic coexist. The film shifts between tragedy and satire, between rawness and lyrical delirium, challenging the viewer to encounter oppression not only as narrative but as aesthetic experience.

In an interview with Nico Papatakis conducted by Nicole Zand for Le Monde in 1968, we read:

Filmed last year (1967) in a Greek village and secretly completed last May-June after the coup, the film The Shepherds of Calamity-which is being released this week in Paris-is Nico Papatakis' second. […]

Born in Ethiopia in 1918 to a Greek father and an Ethiopian mother, a Parisian of the belle époque of Saint-Germain-des-Prés, co-producer of one of the landmark films of American independent cinema, Shadows by John Cassavetes, and director in 1963 of Les Abysses (The Depths), his first feature, which stirred heated debate upon its release, Nico shows a taste-undoubtedly a very Greek one-for paroxysm, excess, rage, and cries; in short, for tragedy.

The idea for The Shepherds of Calamity came to him three years ago, when he visited Athens for the first time since 1939, after the Metaxas dictatorship. He wanted to make a film about Greece-one that would not show the Greece of tourists, of Zorba and bouzoukis. A film that, inevitably, is banned in his country of origin.

"The Shepherds of Calamity" explains Nico Papatakis, "is a challenge to a certain 'order'. At first, I wanted to confront the viewer with the conditions of this 'order', seeking to bring out the forbidden subjects of these societies: illiteracy, the exploitation of misery by misery itself, honor as a rigid code concealing economic interests, escape, master-slave relations, humiliation and revolt, superstition, the position of women, and more.
From the moment the rich man's daughter extends her hand to the poor shepherd to save him from prison, this 'order' is overturned, exploding in an atmosphere that becomes utterly transformed and lyrical-until the final madness, until the complete disintegration of that society. At the beginning there was submission; in the end, nothing remains but revolt."

The Shepherds of Calamity is a film about a poor country that stands in silent opposition to the rich countries, because it is their victim. The form of alienation experienced by the Greek shepherd is, of course, different from that of a maid in the French provinces; this is determined by the general conditions of the country in which one lives.

"I chose Greece because it was easier for me, but my film could just as easily have been set in Spain, Algeria or Latin America-in any underdeveloped society, in any 'Third World' country.
These societies are the 'maids' of the wealthy nations…
For me, The Shepherds of Calamity is a chant, the pursuit of a catastrophe. And this catastrophe ought to call into question the 'order'…"

Le Monde, March 12, 1968

Elsewhere, he says of his film: "In The Shepherds of Calamity (as in The Depths), I deal with master-slave relations and depict the themes of humiliation and revolt but this time on the scale of an entire nation. I want to show the Greek reality of 1967. Despite the revolution of 1821, the condition of the people has not essentially changed and the Greek people are perhaps more terrorized, impoverished, and subjugated than ever before: they are ashamed of themselves, which creates fertile ground for dictatorships. In The Depths I speak, in my own way, about the Algerian War, and in The Shepherds of Calamity I approach, in my own way, the Greek question. […] I wanted to show that a person who is dying of hunger and fear can be transformed into an animal, can crawl, can be debased. I tried to describe the world of the humiliated with clarity, stripped of sentimental humanisms. I tried to make people understand that when someone has nothing to eat, we should not give them potatoes but teach them how to grow them themselves-and denounce those who have an interest in preventing them from learning how to do so."

(Source: Nico Papatakis, Monograph, Yannis Kontaxopoulos, Kastaniotis Publishers, Thessaloniki Film Festival, 2005)

Film details:
Οι Βοσκοί / Les Pâtres du désordre / Thanos & Despina (The Shepherds of Calamity)
Fiction, Greece/France, 1967, b/w, 121 min.
Director - screenplay: Nico Papatakis
Cinematography: Jean Boffety, Christian Guillouet
Music: Pierre Barbaud
Editing: Suzanne Cabon, Geneviève Vaury, Panos Papakyriakopoulos
Cast: Olga Karlatou, Giorgos Dialegmenos, Elli Xanthaki, Lambros Tsagas, Tzavallas Karousos
Production: Lenox Films

Organized by "Aftenergeia" Collective - https://aftenergeia.gr/